Ψάχνοντας ο πρωτόγονος άνθρωπος για ένα υλικό να σκεπάσει τον εαυτό του, την καλύβα και τα τρόφιμά του, στράφηκε ή σε μεγάλα φύλλα δέντρων ή στα δέρματα (τομάρια) των ζώων που σκότωνε. Τα τελευταία συνήθως τα προτιμούσε για την ένδυση του, επειδή ήταν μεγαλύτερα, καλύτερης αντοχής και πιο ζεστά.

Επεξεργασία δέρματος

Τα τομάρια αυτά, όμως είχαν τρία βασικά μειονεκτήματα:

Ήταν υγρά.
Μένοντας σε υγρό και ιδίως θερμό κλίμα άρχιζαν αμέσως να σαπίζουν. Η τρίχα έφευγε, μύριζαν και ενδεχομένως κομματιάζονταν (Κρέας και ψάρια, τα οποία είναι όμοια από χημική άποψη, επίσης σαπίζουν εάν παραμείνουν στην υγρή κατάσταση). Εάν τα τομάρια ξηρανθούν, η σήψη αυτή σταματά. Τομάρια που έχουν ξηρανθεί στο ήλιο χρησιμοποιούνται ακόμη σήμερα για κάλυψη καλυβών ή την κατασκευή σκηνών, ασπίδων κλπ. από πρωτόγονους λαούς.
Τα ξηρά τομάρια χάνουν την ελαστικότητα και τη μαλακότητά τους και γίνονται πολύ σκληρά και εύθραυστα. Έχουν τάση να ραγίσουν όταν τα κάμπτουμε και είναι ακατάλληλα για ένδυση και άλλες χρήσεις. Επιπλέον, αν υγρανθούν, η σήψη ξαναρχίζει και μπορεί να διαλυθούν.

Τα τομάρια των ζώων μετατρέπονται σε δέρμα με την επεξεργασία που ονομάζεται δέψη. Υπάρχουν πολλές μέθοδοι δέψης, αλλά όλες επιφέρουν τις εξής αλλαγές:

Το ακατέργαστο που έχει υποστεί δέψη δε σαπίζει ακόμα και μετά από ξήρανση και ύγρανση.
Το ακατέργαστο που έχει υποστεί δέψη, εάν το ξηράνουμε, δε γίνεται ένα σκληρό, εύθραυστο υλικό, αλλά παραμένει ελαστικό, εύκαμπτο και μπορεί να δουλευτεί εύκολα. Η μέθοδος της δέψης που διαλέγουμε κάθε φορά εξαρτάται από το πόσο μαλακό ή σκληρό, σφικτό ή με τάση να ξεχειλώνει, θέλουμε να είναι το τελικό δέρμα.

Μέθοδοι βυρσοδεψίας

Οι κύριες μέθοδοι δέψης χρησιμοποιούσαν καπνό, δεψικές ύλες από τους κορμούς ή τα φύλλα των δένδρων, έλαια ζώων και ψάρια και μερικά άλατα. Το κυριότερο από τα τελευταία ήταν η στύψη (με μορφή θειικού αργιλίου). Αυτό έχει πλέον αντικατασταθεί κατά μεγάλος μέρος από άλατα χρωμίου, τα οποία δίνουν μία πράσινη-μπλε απόχρωση στα δέρματα. Άλλα υλικά που χρησιμοποιούνται σήμερα είναι η φορμαλδεΰδη και μια ποικιλία συνθετικών χημικών ειδικά παρασκευασμένα για δέψη, που ονομάζονται «συνθετικές ταννίνες».
Χρήσεις του δέρματος

Καθώς ο άνθρωπος βρήκε στη δέψη μια καλή μέθοδο για να μετατρέπει τα τομάρια σε κάτι χρήσιμο, βρήκε αμέσως πολλές χρήσεις για το δέρμα. Το δέρμα χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή παπουτσιών και κάθε δυνατού αντικειμένου για ένδυση, τσαντών, κουβάδων και διαφόρων δοχείων, όπλων, εργαλείων όπως: μαστιγίων, ιπποσκευών, σχοινιών, κεφαλών για σφυριά, οδοντωτών τροχών, αρθρώσεων, φυσερών, σκηνών ταπέτων, ταπετσαριών, περγαμηνών κλπ..

Οι χρήσεις αυτές απαιτούν πολλές διαφορετικές ιδιότητες στο δέρμα. Οι ιδιότητες αυτές επιτυγχάνονται με την κατάλληλη εκλογή της πρώτης ύλης, δηλαδή του ακατέργαστου δέρματος και με διάφορες παραλλαγές στις διαδικασίες της επεξεργασίας.

Η ιδιότητα του δέρματος να μπορεί να «αναπνέει» μέσα από τις ίνες του είναι αυτή που το έχει κάνει να είναι μέχρι σήμερα ένα φυσικό προϊόν αναντικατάστατο από διάφορα άλλα τεχνητά. Έχει επίσης την ιδιότητα να μπορεί να συγκρατεί την αφίδρωση στις ίνες του ακόμα και εάν έχει επικαλυφτεί με διάφορες ουρεθάνες, ακρυλικά, φιλμ κλπ..
Βυρσοδεψία

Είναι η διαδικασία που ακολουθείται με τη βοήθεια τεχνικών και χημικών επεξεργασιών που κάνουν τελικά τα δέρματα να είναι τόσο αδιάβροχα, όσο και να μη σαπίζουν.

Η βυρσοδεψία θα πρέπει να θεωρηθεί σαν ένα από τα πιο παλιά επαγγέλματα που εξάσκησε ο άνθρωπος. Τρόποι κατεργασίας των δερμάτων ήταν γνωστοί, όπως αναφέρουν διάφορες ιστορικές πηγές, ακόμη από το 2.500 π.Χ.

Ο τρόπος της κατεργασίας που χρησιμοποιούνταν τότε εξακολούθησε να χρησιμοποιείται και μέχρι πριν από 150 περίπου χρόνια, όταν η κατεργασία των δερμάτων πήρε πια καθαρά βιομηχανικό χαρακτήρα και άλλαξε και ο τρόπος της κατεργασίας.

Τα πρώτα μέσα που χρησιμοποιούσαν για την κατεργασία των δερμάτων ή πιο σωστά για τη “δέψη” των δερμάτων ήταν ο καπνός και το στέγνωμα στον ήλιο. Υπήρχαν φυσικά και άλλοι τρόποι δέψης, που ως ένα σημείο χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα, ιδιαίτερα από τους Εσκιμώους, όπως είναι το μάσημα. Με το μάσημα το δέρμα γίνεται μαλακό και ελαστικό.

Σήμερα όλοι αυτοί οι τρόποι έχουν πια καταργηθεί και δε χρησιμοποιούνται. Υπάρχουν άλλοι μοντέρνοι που βασίζονται πάνω στις γνώσεις της χημείας. Οι σημερινοί τρόποι εφαρμόζονται, ανάλογα με το είδος του δέρματος, ανάλογα με το που και με ποιο τρόπο θα χρησιμοποιηθεί με το αν θέλουμε να μείνει το τρίχωμα που έχει ή όχι κλπ.

Μετά την εκδορά του ζώου το δέρμα πρέπει να αλατιστεί και να στεγνώσει, για να μπορέσει να διατηρηθεί. Το αλάτισμα αποβλέπει ακριβώς στην απορρόφηση του νερού. Το αλάτι, με την ιδιότητα που έχει να απορροφά το νερό, μειώνει την υγρασία του δέρματος, πράγμα που εμποδίζει την ανάπτυξη των μικροοργανισμών που θα μπορούσαν να το καταστρέψουν. Παράλληλα γίνεται και το στέγνωμα του δέρματος στον ήλιο ή και σε κάποιο ζεστό μέρος, που όμως αερίζεται καλά.

Ένα τέτοιο δέρμα είναι σκληρό και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί, μπορεί όμως να διατηρηθεί και μερικά χρόνια ακόμη.

Πριν αρχίσει η πραγματική δέψη, τα δέρματα τοποθετούνται για ένα διάστημα μέσα σε νερό, για να μαλακώσουν. Τα δέρματα που προορίζονται για γουναρικά, και τέτοια είναι τα δέρματα των ζώων που έχουν γούνα, υποβάλλονται σε δέψη ειδική, τέτοια που και μαλακά θα τα καταστήσει και το τρίχωμα θα μείνει ανέπαφο και δε θα βλαφτεί καθόλου.

Μετά την εκδορά του ζώου και παρά την αποξήρανση του δέρματος, εξακολουθεί να παραμένει επάνω αρκετή ποσότητα λίπους. Για να αφαιρεθεί το λίπος ραντίζεται το δέρμα με ανθρακικό ασβέστιο ή με οξείδιο του ψευδαργύρου.

Συγχρόνως το δέρμα τεντώνεται πάνω σε ειδικά ξύλινα πλαίσια με την εσωτερική πλευρά πάντα προς τα κάτω. Στη θέση αυτή παραμένει μέχρι που να διαπιστωθεί ότι το λίπος έχει φύγει και έχει καθαρίσει. Μετά αρχίζει η πραγματική διαδικασία της δέψης. Η διαδικασία αυτή συνίσταται στις συνεχείς πλύσεις του δέρματος στην εσωτερική του πλευρά με διάλυμα που αποτελείται από στυπτηρία, αλάτι και σόδα.

Σήμερα ο τρόπος αυτός της δέψης έχει αντικατασταθεί και αντί για τα παραπάνω χρησιμοποιείται το χρώμιο και διάφορα λάδια. Τα λάδια αυτά είναι κυρίως λάδια από ψάρι. Αφού αλειφτεί το δέρμα με το λάδι αυτό, αφήνεται στον αέρα και τον ήλιο, για να οξειδωθούν τα λάδια με τα οποία αλείφτηκε. Λάδια χρησιμοποιούνται στη διαδικασία της δέψης, όταν πρόκειται να κατασκευαστούν δέρματα τύπου σαμουά.

Τόσο το χρώμιο, όσο και το λάδι χρησιμοποιούνται σε δέρματα με τρίχωμα ή και χωρίς τρίχωμα. Τα δέρματα όμως που θα πρέπει να μην έχουν τρίχες ακολουθούν μια διαδικασία αποσύνθεσης της επιδερμίδας έτσι ώστε να αφαιρεθούν πολύ εύκολα οι τρίχες. Τέτοια κατεργασία έχουν τα δέρματα των προβάτων, οι λεγόμενες προβιές, τα δέρματα των κατσικιών, ακόμη και τα δέρματα των βοδιών που χρησιμοποιούνται για σόλες κλπ.

Στην περίπτωση που το δέρμα έχει μεγάλο πάχος, όπως είναι π.χ. το δέρμα των βοδιών και θέλουμε να παρασκευάσουμε δέρματα λεπτότερα, τότε τα δέρματα χωρίζονται στη μέση ή στα τρία κλπ. ανάλογα με το πόσο χοντρό θέλουμε να είναι το δέρμα.

Η κλασική μέθοδος δέψης γίνεται με τη βοήθεια της τανίνης. Η τανίνη είναι ουσία που παράγεται από τη φλούδα μερικών δέντρων, όπως είναι τα διάφορα είδη των ακακιών, η βαλανιδιά η καστανιά κλπ. Παλιότερα χρησιμοποιούσαν την τανίνη, όπως ακριβώς την έπαιρναν, χωρίς καμιά συμπύκνωση ή κατεργασία. Η δέψη όμως κρατούσε πάρα πολύ, ακόμη και μερικούς μήνες. Σήμερα χρησιμοποιείται συμπυκνωμένη τανίνη και η δέψη διαρκεί μερικές ημέρες μόνο.

Ανάμεσα στη δέψη με την τανίνη και το χρώμιο υπάρχουν αρκετές βασικές διαφορές. Η δέψη, με το χρώμιο είναι πιο σύντομη και πιο φτηνή, τα δέρματα έχουν μικρότερο βάρος και καλύτερη εμφάνιση. Αντέχουν επίσης στο σκίσιμο.

Τα δέρματα στα οποία η δέψη έχει γίνει με τανίνη δεν έχουν παραπάνω πλεονεκτήματα, έχουν όμως το μεγάλο πλεονεκτήματα ότι δεν εμποδίζουν την άδηλη διαπνοή, όπως συμβαίνει με τα δέρματα που η δέψη τους έγινε με χρώμιο, ενώ, παράλληλα, τα δέρματα με την τανίνη απορροφούν την υγρασία. Τέτοια δέρματα που η δέψη τους έγινε με τανίνη είναι πολύ κατάλληλα κυρίως για την κατασκευή παπουτσιών.